Ο Ρομπέν των τραπεζών
Της ΧΡΙΣΤΙΝΑΣ ΠΑΝΤΖΟΥ
«Εγώ «φέσωσα» με 492.000 ευρώ εκείνους που μας φεσώνουν και μας κλέβουν, για να τους καταγγείλω και να οικοδομήσω εναλλακτικές κοινωνίες», δήλωσε ο Ενρίκ Ντιράν πριν από τη σύλληψη και φυλάκισή του εν αναμονή της δίκης του για απάτες και πλαστογραφία.
Ο Ενρίκ Ντιράν και ακτιβιστές που διαδηλώνουν για την απελευθέρωσή του. Ο 33χρονος Καταλανός πέρυσι τον Σεπτέμβριο αποκάλυψε πώς κατάφερε να αποσπάσει αυτό το ποσό από 39 πιστωτικά ιδρύματα, ανάμεσά τους μερικοί από τους μεγαλύτερους ισπανικούς ομίλους.
Διευκρινίζει πάντως πως απλώς το «απαλλοτρίωσε» για να καταδείξει την αντίθεσή του στο σημερινό παγκόσμιο οικονομικό σύστημα. Και χαρακτήρισε την πράξη του πολιτική ανυπακοή προς ένα σύστημα «που σε καλεί να πάρεις πιστώσεις χωρίς εγγυήσεις διότι ξέρει πως με τη "νόμιμη" τοκογλυφία θα μπορέσει να σου πάρει για ένα ελάχιστο ποσό ό,τι περιουσία έχεις και να βγάλει πολλαπλάσια εκποιώντας την σε επικερδείς δημοπρασίες».
Ο Ντιράν, ακτιβιστής γνωστός για τη συμμετοχή του σε καμπάνιες υπέρ της παραγραφής του χρέους και κατά των πολιτικών της Παγκόσμιας Τράπεζας και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, έγινε ένα είδος αντι-ήρωα μιας εποχής που σηματοδοτείται από την οργή της διεθνούς κοινής γνώμης κατά των τραπεζών.
Ο «Ρομπέν των τραπεζών», που πρόσφερε τα χρήματα σε κοινωνικές οργανώσεις, συνελήφθη στο Πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης την επομένη συνέντευξης τύπου που έδωσε, στην πρώτη δημόσια εμφάνισή του από τον Σεπτέμβριο.
Αντικείμενό της ήταν η παρουσίαση του δεύτερου τεύχους του περιοδικού του «Κρίση», που διανέμεται δωρεάν και εκδόθηκε με τα χρήματα που πήρε από τις τράπεζες.
Σε αυτό το νέο τεύχος (με τιράζ 350.000 αντίτυπα) παρουσιάζει ένα σχέδιο διεξόδου από την κρίση, προτείνοντας έναν κόσμο χωρίς τράπεζες ως «μέσο μετάβασης στη μετακαπιταλιστική κοινωνία».
Το «Να έχεις ή να είσαι» του Εριχ Φρομ τού άλλαξε τη ζωή. Εγκατέλειψε την καριέρα του ως κοινωνιολόγος και ως επαγγελματίας του πινγκ-πονγκ και τον Νοέμβριο του 2005 μπήκε στην πρώτη τράπεζα για να ζητήσει ένα προσωπικό δάνειο δηλώνοντας ψευδή έσοδα. Ακολούθησαν άλλα 67 ακόμη είτε προσωπικά, είτε μέσω ανύπαρκτων δραστηριοτήτων εταιρείας που συνέστησε.
Εγινε έτσι άκρως επικίνδυνος γιατί αποκάλυψε τα κενά και τρωτά του πιστωτικού συστήματος και με τα έντυπά του έκανε κτήμα όλων το πώς να εξαπατήσεις μια τράπεζα.
Με το αφοπλιστικό ερώτημα «Ποιος δεν πιστεύει ότι η τράπεζά του τον κλέβει;», απέσπασε τη συμπάθεια όχι μόνο της αντικαπιταλιστικής αριστεράς, αλλά και των μικρομεσαίων που νιώθουν εξαπατημένοι και πληρώνουν το τίμημα της κρίσης. Ηδη έχουν δημιουργηθεί επιτροπές πολιτών για την υπεράσπισή του.
Η κολεκτίβα του, με το ομώνυμο όνομα «Κρίση», έδωσε προθεσμία ώς τις 30 Ιουνίου για να απαντήσουν οι κυβερνήσεις με μια πρόταση πραγματικής μετάβασης σε ένα νέο οικονομικό μοντέλο. Ειδάλλως θα ξεκινήσει, στις 17 Σεπτεμβρίου, καμπάνια πολιτικής ανυπακοής, καλώντας τους πολίτες να αποσύρουν τις καταθέσεις τους από τις τράπεζες και να πάψουν να πληρώνουν δάνεια, υποθήκες, ενοίκια και λογαριασμούς.
Σε όσους υποστηρίζουν ότι όλα αυτά αποτελούν παραβατικότητα ή στην καλύτερη περίπτωση νεανικές ουτοπίες, απαντά με μια ρήση της ανθρωπολόγου Μάργκαρετ Μιντ:
«Μην αμφιβάλλεις ποτέ για τις δυνατότητες μιας ομάδας συνειδητών και στρατευμένων πολιτών να αλλάξουν τον κόσμο. Η ιστορία μάς διδάσκει πως πάντα έτσι γίνεται».
·
http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=34657
Δευτέρα 27 Απριλίου 2009
Πέμπτη 19 Φεβρουαρίου 2009
Κόλαση και πραγματικότητα
Το κείμενο που ακολουθεί αποτελεί μια απάντηση που δόθηκε σε ενδιάμεσες εξετάσεις/ προόδους στη χημεία στο Πανεπιστήμιο Κρήτης.
Η ερώτηση είχε ως εξής και βαθμολογούταν με έξτρα βαθμούς: Η Κόλαση είναι εξώθερμη ή εσώθερμη;
(στη χημεία ή εξώθερμη δίνει θερμότητα ενώ η άλλη απορροφά).
Οι περισσότεροι φοιτητές έδωσαν απαντήσεις παρέχοντας αποδείξεις βασισμένες στο Νόμο του Boyle (ένα αέριο ψύχεται όταν μεγαλώνει ο όγκος και θερμαίνεται όταν συμπιέζεται) ή κάτι παρόμοιο.
Ωστόσο, ένας έγραψε τα εξής:Πρώτον πρέπει να γνωρίζουμε αν ο όγκος της κόλασης αυξάνεται προς το χρόνο. Επομένως χρειάζεται να ξέρουμε το ρυθμό με τον οποίο οι ψυχές εισρέουν στην κόλαση και το ρυθμό με τον οποίο διαφεύγουν.
Νομίζω ότι μπορούμε ασφαλώς να υποθέσουμε ότι όταν μια ψυχή πάει στην κόλαση, δεν πρόκειται να φύγει. Επομένως, δεν διαφεύγουν ψυχές. Τώρα για το πόσες ψυχές μπαίνουν, ας δούμε πόσες διαφορετικές θρησκείες υπάρχουν σήμερα στον κόσμο.
Οι περισσότερες από αυτές δηλώνουν ότι αν δεν είσαι οπαδός τους, τότε θα πας στη κόλαση. Εφόσον υπάρχουν περισσότερες από μία τέτοια θρησκεία και εφόσον οι άνθρωποι ανήκουν σε περισσότερη από μία θρησκεία, τότε μπορούμε να εξαγάγουμε το συμπέρασμα ότι όλες οι ψυχές πάνε στην κόλαση. Και όπως έχουν οι ρυθμοί γεννήσεων και θανάτων, θα πρέπει να αναμένουμε ότι ο αριθμός των ψυχών στην κόλαση θα αυξηθεί εκθετικά.
Τώρα, ο λόγος για τον οποίο εξετάζουμε το ρυθμό αλλαγής του όγκου της κολάσεως, είναι γιατί ο Νόμος του Μπόυλ δηλώνει ότι για να παραμείνει σταθερή η θερμοκρασία και η πίεση στην κόλαση, ο όγκος της πρέπει να αυξάνεται αναλόγως με τις ψυχές που προστίθενται.
Αυτό μας δίνει 2 περιπτώσεις:
1. Εάν η Κόλαση διαστέλλεται με πιο αργό ρυθμό από αυτόν με τον οποίο εισέρχονται ψυχές, τότε η θερμοκρασία και η πίεση θα αυξάνονται μέχρι να σκάσει η Κόλαση και να ξεχυθούν οι ψυχές.
2. Εάν η Κόλαση διαστέλλεται με ρυθμό πιο γρήγορο από τη αύξηση των ψυχών, τότε η θερμοκρασία και ή πίεση θα πέφτουν μέχρι να παγώσουν τα καζάνια της.
Ποιά από τις 2 περιπτώσεις ισχύει;Αν αποδεχθούμε το αξίωμα το οποίο μου είπε η Τερέζα όταν ήμουν πρωτοετής, ότι ."Θα πρέπει να παγώσει η Κόλαση πριν κοιμηθούμε μαζί". και αν συνθεωρήσουμε και το γεγονός ότι χθες το βράδυ όντως κοιμήθηκα μαζί της, τότε . ισχύει η δεύτερη υπόθεση και επομένως είμαι σίγουρος ότι η Κόλαση είναι εξώθερμη και ότι ήδη έχει παγώσει.
Απόρροια αυτής της θεωρίας είναι ότι η κόλαση, αφού έχει παγώσει, άρα δεν δέχεται άλλες ψυχές και επομένως έχει εκλείψει.... αφήνοντας μόνο τον Παράδεισο.
Αυτό με τη σειρά του αποδεικνύει την ύπαρξη ενός Θεϊκού Όντος, το οποίο εξηγεί γιατί χθες το βράδυ η Τερέζα φώναζε συνεχώς: "Θεέ μου, Θεέ μου".
Αυτός ο φοιτητής πήρε το μοναδικό 'Α'.
Η ερώτηση είχε ως εξής και βαθμολογούταν με έξτρα βαθμούς: Η Κόλαση είναι εξώθερμη ή εσώθερμη;
(στη χημεία ή εξώθερμη δίνει θερμότητα ενώ η άλλη απορροφά).
Οι περισσότεροι φοιτητές έδωσαν απαντήσεις παρέχοντας αποδείξεις βασισμένες στο Νόμο του Boyle (ένα αέριο ψύχεται όταν μεγαλώνει ο όγκος και θερμαίνεται όταν συμπιέζεται) ή κάτι παρόμοιο.
Ωστόσο, ένας έγραψε τα εξής:Πρώτον πρέπει να γνωρίζουμε αν ο όγκος της κόλασης αυξάνεται προς το χρόνο. Επομένως χρειάζεται να ξέρουμε το ρυθμό με τον οποίο οι ψυχές εισρέουν στην κόλαση και το ρυθμό με τον οποίο διαφεύγουν.
Νομίζω ότι μπορούμε ασφαλώς να υποθέσουμε ότι όταν μια ψυχή πάει στην κόλαση, δεν πρόκειται να φύγει. Επομένως, δεν διαφεύγουν ψυχές. Τώρα για το πόσες ψυχές μπαίνουν, ας δούμε πόσες διαφορετικές θρησκείες υπάρχουν σήμερα στον κόσμο.
Οι περισσότερες από αυτές δηλώνουν ότι αν δεν είσαι οπαδός τους, τότε θα πας στη κόλαση. Εφόσον υπάρχουν περισσότερες από μία τέτοια θρησκεία και εφόσον οι άνθρωποι ανήκουν σε περισσότερη από μία θρησκεία, τότε μπορούμε να εξαγάγουμε το συμπέρασμα ότι όλες οι ψυχές πάνε στην κόλαση. Και όπως έχουν οι ρυθμοί γεννήσεων και θανάτων, θα πρέπει να αναμένουμε ότι ο αριθμός των ψυχών στην κόλαση θα αυξηθεί εκθετικά.
Τώρα, ο λόγος για τον οποίο εξετάζουμε το ρυθμό αλλαγής του όγκου της κολάσεως, είναι γιατί ο Νόμος του Μπόυλ δηλώνει ότι για να παραμείνει σταθερή η θερμοκρασία και η πίεση στην κόλαση, ο όγκος της πρέπει να αυξάνεται αναλόγως με τις ψυχές που προστίθενται.
Αυτό μας δίνει 2 περιπτώσεις:
1. Εάν η Κόλαση διαστέλλεται με πιο αργό ρυθμό από αυτόν με τον οποίο εισέρχονται ψυχές, τότε η θερμοκρασία και η πίεση θα αυξάνονται μέχρι να σκάσει η Κόλαση και να ξεχυθούν οι ψυχές.
2. Εάν η Κόλαση διαστέλλεται με ρυθμό πιο γρήγορο από τη αύξηση των ψυχών, τότε η θερμοκρασία και ή πίεση θα πέφτουν μέχρι να παγώσουν τα καζάνια της.
Ποιά από τις 2 περιπτώσεις ισχύει;Αν αποδεχθούμε το αξίωμα το οποίο μου είπε η Τερέζα όταν ήμουν πρωτοετής, ότι ."Θα πρέπει να παγώσει η Κόλαση πριν κοιμηθούμε μαζί". και αν συνθεωρήσουμε και το γεγονός ότι χθες το βράδυ όντως κοιμήθηκα μαζί της, τότε . ισχύει η δεύτερη υπόθεση και επομένως είμαι σίγουρος ότι η Κόλαση είναι εξώθερμη και ότι ήδη έχει παγώσει.
Απόρροια αυτής της θεωρίας είναι ότι η κόλαση, αφού έχει παγώσει, άρα δεν δέχεται άλλες ψυχές και επομένως έχει εκλείψει.... αφήνοντας μόνο τον Παράδεισο.
Αυτό με τη σειρά του αποδεικνύει την ύπαρξη ενός Θεϊκού Όντος, το οποίο εξηγεί γιατί χθες το βράδυ η Τερέζα φώναζε συνεχώς: "Θεέ μου, Θεέ μου".
Αυτός ο φοιτητής πήρε το μοναδικό 'Α'.
Γυναίκα και Μητέρα
Η γυναίκα μου μού πρότεινε να βγω με άλλη γυναίκα.
‘Γνωρίζεις πολύ καλά πως την αγαπάς’ μου είπε μια μέρα ξαφνιάζοντάς με.
‘
Η ζωή είναι πολύ σύντομη, αφιέρωσέ της χρόνο.’
‘Μα εγώ ΕΣΕΝΑ αγαπώ’ της είπα έντονα.
‘Το ξέρω. Εξίσου όμως αγαπάς κι εκείνη.’
Η άλλη γυναίκα, την οποία η γυναίκα μου ήθελε να επισκεφθώ, ήταν η μητέρα μου, χήρα εδώ και χρόνια. Όμως οι απαιτήσεις της δουλειάς και των παιδιών με ανάγκαζαν να την επισκέπτομαι αραιά και που.’
Εκείνο το βράδυ της τηλεφώνησα και την προσκάλεσα έξω σε δείπνο και μετά για κινηματογράφο.
‘Τι συμβαίνει; Είσαι καλά;’ με ρώτησε.
Η μητέρα μου είναι από τους ανθρώπους που εκλαμβάνει ένα νυχτερινό τηλεφώνημα ή μια αναπάντεχη πρόσκληση ως αρχή κακών μαντάτων.
‘Νόμιζα πως θα ήταν καλή ιδέα να περνούσαμε λίγο χρόνο μαζί’ της απάντησα. ‘Οι δυο μας μόνοι… Τί λες;’
¢
Σκέφθηκε λιγάκι και απάντησε: ‘Θα το ήθελα πολύ.’
Εκείνη την Παρασκευή, καθώς οδηγούσα μετά το γραφείο για να πάω να την πάρω, αισθανόμουν περίεργα.
Ήταν ο εκνευρισμός που προηγείται ενός ραντεβού… Και πώς τα φέρνει η ζωή, όταν έφθασα στο σπίτι της, παρατήρησα πως και η ίδια ήταν φοβερά συγκινημένη!
Με περίμενε στην πόρτα φορώντας το παλιό καλό παλτό της, είχε περιποιηθεί τα μαλλιά της και ήταν ντυμένη με το φόρεμα με το οποίο είχε εορτάσει την τελευταία επέτειο του γάμου της.
Το πρόσωπό της χαμογελούσε, ακτινοβολούσε φως, όπως το πρόσωπο ενός αγγέλου.
‘Είπα στις φίλες μου ότι θα βγω με το γιο μου και όλες τους συγκινήθηκαν’ μου είπε καθώς έμπαινε στο αυτοκίνητό μου.
‘Δεν μπορούν να περιμένουν μέχρι αύριο για να μάθουν τα πάντα για τη βραδυνή έξοδό μας.’
Πήγαμε σε ένα εστιατόριο όχι από τα καλά, αλλά με ζεστή ατμόσφαιρα. Η μητέρα μου με έπιασε από το μπράτσο σαν να ήταν ΄Η Πρώτη Κυρία της χώρας
Μόλις καθίσαμε, έπρεπε εγώ να της διαβάσω τον κατάλογο με τα φαγητά. Το μόνο που έπιαναν τα μάτια της ήταν κάτι μεγάλες φιγούρες.
Μόλις έφθασα στη μέση του καταλόγου, σήκωσα το πρόσωπό μου. Η μαμά μου καθόταν στην άλλη άκρη του τραπεζιού και με χάζευε. Ένα νοσταλγικό χαμόγελο πέρασε από τα χείλη της.
¢
‘Εγώ ήμουν αυτή που σου διάβαζε τον κατάλογο, όταν ήσουν μικρός, θυμάσαι;’
‘Ήρθε η ώρα, λοιπόν, να ξεκουραστείς και να μου επιτρέψεις να σου ανταποδώσω τη χάρη’ απάντησα.
Κατά τη διάρκεια του γεύματος είχαμε μια ευχάριστη συζήτηση, τίποτα το εξαιρετικό, απλά το πώς περνάει ο καθένας μας κάθε μέρα.
Μιλούσαμε για ώρες, που τελικά χάσαμε την ταινία στον κινηματογράφο.
‘Θα βγω μαζί σου την επόμενη φορά, αν μου επιτρέψεις να κάνω εγώ την πρόταση’ μου είπε η μητέρα μου καθώς την επέστρεφα στο σπίτι. Την φίλησα, την αγκάλιασα.
‘Πώς πήγε το ραντεβού;’ θέλησε να μάθει η γυναίκα μου μόλις μπήκα στο σπίτι εκείνο το βράδυ.
‘Πολύ όμορφα, σ ευχαριστώ. Περισσότερο κι απ ό, τι περίμενα.’ της απάντησα.
¢
Μερικές μέρες αργότερα η μητέρα μου έφυγε από ανακοπή της καρδιάς. Όλα συνέβησαν τόσο γρήγορα, δεν μπόρεσα να κάνω τίποτα.
Λίγο καιρό μετά, έλαβα έναν φάκελο από το εστιατόριο όπου είχαμε δειπνήσει η μητέρα μου κι εγώ. Μέσα είχε ένα σημείωμα που έγραφε:
‘Το δείπνο είναι προπληρωμένο. Ήμουν σχεδόν βέβαιη πως δεν θα μπορούσα να παρευρεθώ, κι έτσι πλήρωσα για δύο άτομα, για σένα και τη σύζυγό σου. Δεν θα μπορέσεις ποτέ σου να αισθανθείς τί σήμαινε εκείνη η βραδιά για μένα. Σε αγαπώ!’
Εκείνη τη στιγμή συνειδητοποίησα τη σπουδαιότητα του να είχα πει εγκαίρως ‘ΣΕ ΑΓΑΠΩ’.
Συνειδητοποίησα ακόμη τη σπουδαιότητα του να δίνουμε στους αγαπημένους μας το χρόνο που τους αξίζει. Τίποτα στη ζωή δεν είναι και δεν θα είναι πιο σημαντικό από την οικογένεια σου. Αφιέρωσε χρόνο σ΄ αυτούς που αγαπάς, γιατί αυτοί δεν μπορούν να περιμένουν.
Εάν ζει η μητέρα σου
………. Απόλαυσε τη στιγμή.
Εάν δεν ζει
…………………….. Να τη θυμάσαι.
Εάν έχεις μητέρα
Αμέσως θα κάνεις κάποιον να αισθανθεί κάτι για κάποια που ξέχασε, για αυτό το υπέροχο ον που αποκαλείται… ΜΗΤΕΡΑ!
Και να θυμάσαι πάντοτε:
Ο χρόνος ποτέ δεν συγχωρεί!
Ούτε μπορεί να γυρίσει πίσω.
Εστάλη από Josep, Βαρκελώνη, Ισπανία
Μετάφραση Γεώργιος Σ. Βλάχος – 03 σελίδες
‘Γνωρίζεις πολύ καλά πως την αγαπάς’ μου είπε μια μέρα ξαφνιάζοντάς με.
‘
Η ζωή είναι πολύ σύντομη, αφιέρωσέ της χρόνο.’
‘Μα εγώ ΕΣΕΝΑ αγαπώ’ της είπα έντονα.
‘Το ξέρω. Εξίσου όμως αγαπάς κι εκείνη.’
Η άλλη γυναίκα, την οποία η γυναίκα μου ήθελε να επισκεφθώ, ήταν η μητέρα μου, χήρα εδώ και χρόνια. Όμως οι απαιτήσεις της δουλειάς και των παιδιών με ανάγκαζαν να την επισκέπτομαι αραιά και που.’
Εκείνο το βράδυ της τηλεφώνησα και την προσκάλεσα έξω σε δείπνο και μετά για κινηματογράφο.
‘Τι συμβαίνει; Είσαι καλά;’ με ρώτησε.
Η μητέρα μου είναι από τους ανθρώπους που εκλαμβάνει ένα νυχτερινό τηλεφώνημα ή μια αναπάντεχη πρόσκληση ως αρχή κακών μαντάτων.
‘Νόμιζα πως θα ήταν καλή ιδέα να περνούσαμε λίγο χρόνο μαζί’ της απάντησα. ‘Οι δυο μας μόνοι… Τί λες;’
¢
Σκέφθηκε λιγάκι και απάντησε: ‘Θα το ήθελα πολύ.’
Εκείνη την Παρασκευή, καθώς οδηγούσα μετά το γραφείο για να πάω να την πάρω, αισθανόμουν περίεργα.
Ήταν ο εκνευρισμός που προηγείται ενός ραντεβού… Και πώς τα φέρνει η ζωή, όταν έφθασα στο σπίτι της, παρατήρησα πως και η ίδια ήταν φοβερά συγκινημένη!
Με περίμενε στην πόρτα φορώντας το παλιό καλό παλτό της, είχε περιποιηθεί τα μαλλιά της και ήταν ντυμένη με το φόρεμα με το οποίο είχε εορτάσει την τελευταία επέτειο του γάμου της.
Το πρόσωπό της χαμογελούσε, ακτινοβολούσε φως, όπως το πρόσωπο ενός αγγέλου.
‘Είπα στις φίλες μου ότι θα βγω με το γιο μου και όλες τους συγκινήθηκαν’ μου είπε καθώς έμπαινε στο αυτοκίνητό μου.
‘Δεν μπορούν να περιμένουν μέχρι αύριο για να μάθουν τα πάντα για τη βραδυνή έξοδό μας.’
Πήγαμε σε ένα εστιατόριο όχι από τα καλά, αλλά με ζεστή ατμόσφαιρα. Η μητέρα μου με έπιασε από το μπράτσο σαν να ήταν ΄Η Πρώτη Κυρία της χώρας
Μόλις καθίσαμε, έπρεπε εγώ να της διαβάσω τον κατάλογο με τα φαγητά. Το μόνο που έπιαναν τα μάτια της ήταν κάτι μεγάλες φιγούρες.
Μόλις έφθασα στη μέση του καταλόγου, σήκωσα το πρόσωπό μου. Η μαμά μου καθόταν στην άλλη άκρη του τραπεζιού και με χάζευε. Ένα νοσταλγικό χαμόγελο πέρασε από τα χείλη της.
¢
‘Εγώ ήμουν αυτή που σου διάβαζε τον κατάλογο, όταν ήσουν μικρός, θυμάσαι;’
‘Ήρθε η ώρα, λοιπόν, να ξεκουραστείς και να μου επιτρέψεις να σου ανταποδώσω τη χάρη’ απάντησα.
Κατά τη διάρκεια του γεύματος είχαμε μια ευχάριστη συζήτηση, τίποτα το εξαιρετικό, απλά το πώς περνάει ο καθένας μας κάθε μέρα.
Μιλούσαμε για ώρες, που τελικά χάσαμε την ταινία στον κινηματογράφο.
‘Θα βγω μαζί σου την επόμενη φορά, αν μου επιτρέψεις να κάνω εγώ την πρόταση’ μου είπε η μητέρα μου καθώς την επέστρεφα στο σπίτι. Την φίλησα, την αγκάλιασα.
‘Πώς πήγε το ραντεβού;’ θέλησε να μάθει η γυναίκα μου μόλις μπήκα στο σπίτι εκείνο το βράδυ.
‘Πολύ όμορφα, σ ευχαριστώ. Περισσότερο κι απ ό, τι περίμενα.’ της απάντησα.
¢
Μερικές μέρες αργότερα η μητέρα μου έφυγε από ανακοπή της καρδιάς. Όλα συνέβησαν τόσο γρήγορα, δεν μπόρεσα να κάνω τίποτα.
Λίγο καιρό μετά, έλαβα έναν φάκελο από το εστιατόριο όπου είχαμε δειπνήσει η μητέρα μου κι εγώ. Μέσα είχε ένα σημείωμα που έγραφε:
‘Το δείπνο είναι προπληρωμένο. Ήμουν σχεδόν βέβαιη πως δεν θα μπορούσα να παρευρεθώ, κι έτσι πλήρωσα για δύο άτομα, για σένα και τη σύζυγό σου. Δεν θα μπορέσεις ποτέ σου να αισθανθείς τί σήμαινε εκείνη η βραδιά για μένα. Σε αγαπώ!’
Εκείνη τη στιγμή συνειδητοποίησα τη σπουδαιότητα του να είχα πει εγκαίρως ‘ΣΕ ΑΓΑΠΩ’.
Συνειδητοποίησα ακόμη τη σπουδαιότητα του να δίνουμε στους αγαπημένους μας το χρόνο που τους αξίζει. Τίποτα στη ζωή δεν είναι και δεν θα είναι πιο σημαντικό από την οικογένεια σου. Αφιέρωσε χρόνο σ΄ αυτούς που αγαπάς, γιατί αυτοί δεν μπορούν να περιμένουν.
Εάν ζει η μητέρα σου
………. Απόλαυσε τη στιγμή.
Εάν δεν ζει
…………………….. Να τη θυμάσαι.
Εάν έχεις μητέρα
Αμέσως θα κάνεις κάποιον να αισθανθεί κάτι για κάποια που ξέχασε, για αυτό το υπέροχο ον που αποκαλείται… ΜΗΤΕΡΑ!
Και να θυμάσαι πάντοτε:
Ο χρόνος ποτέ δεν συγχωρεί!
Ούτε μπορεί να γυρίσει πίσω.
Εστάλη από Josep, Βαρκελώνη, Ισπανία
Μετάφραση Γεώργιος Σ. Βλάχος – 03 σελίδες
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)